"SOS: Μας Κυνηγούν Διάβολοι!", ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 9 Αυγούστου 1989

Τον Αύγουστο του 1989, το αλιευτικό «ΦΡΑΝΤΖΕΣΚΟ» με ιταλική σημαία και πέντε ιταλούς ψαράδες, θα εκπέμψει SOS εφτά μίλια από τα ανοικτά του κόλπου Κισάμου στα Χανιά. Προς έκπληξη όμως όσων έσπευσαν προς βοήθεια, η αιτία για το σήμα κινδύνου δεν ήταν κάποια μηχανική βλάβη αλλά ο…διάβολος!

 

Όπως αναφέρουν ΤΑ ΝΕΑ «Προς το μέρος του έσπευσε το σκάφος «Καπετάν Μιχάλης» με τον προϊστάμενο του λιμενικού σταθμού Καστελίου, Ανθυπασπιστή Εμμ. Νιωτάκη, ενώ παράλληλα ειδοποιήθηκαν και όσα πλωτά βρίσκονταν στην Γραμβούσα, στον κόλπο Κισάμου, στο Σφηνάρι και στον Καραβούτα. Στον Καραβούτα» λέει ο κ. Νιωτάκης, «επικοινώνησα με το «βιετσέφ» με το σκάφος «Φώτης» του Γιώργη Μπιχάκη, τον οποίο και ρώτησα αν αντιλήφθηκε φωτοβολίδες χρώματος πορτοκαλί. Του είπα να παρατήσει τα δίχτυα και να τρέξει στο σημείο εκείνο. Με το σκάφος βγήκαμε προς την Γραμβούσα και είδαμε το «ΦΡΑΝΤΖΕΣΚΟ». Πλησίασα και ρώτησα το πλήρωμα αν είχαν κάποιο πρόβλημα. Συνοδεύσαμε το ιταλικό πλοίο και ήλθαμε στο λιμάνι… Τους είδα όλους να έχουν σχηματίσει με μαύρο σπρέι το σταυρό στις φανέλες τους και ο ένας από αυτούς κρατούσε μεταλλικό σταυρό. Στο λιμάνι μου είπαν ότι ο διάβολος μπήκε μέσα στο σκάφος, τους έριξε κάτω την τηλεόραση, τους πετούσε μαχαίρια, και μου ζήτησαν παπά να διαβάσει για να φύγουν τα κακά πνεύματα…» 

Σύμφωνα με την εφημερίδα, στις 11 το πρωί, τρείς κληρικοί και ένας διάκονος της μητρόπολης Κισάμου και Σελίνου, ανέβηκαν στην γέφυρα του πλοίου και μπροστά σε περίπου 200 κατοίκους του Καστελίου έψαλαν τρισάγιο. Παρά το τρισάγιο, οι ιταλοί έβλεπαν μέσα στο πλοίο τους τον …διάβολο, που συνέχιζε να τους πετά αντικείμενα και να τους απειλεί και αρνούνταν επίμονα να επιβιβαστούν σε αυτό και να συνεχίσουν το αλιευτικό τους ταξίδι. 

Ο καπετάνιος του σκάφους Σαλβαντόρε Τζαμάγια και ο Φιλίπο Μουγουμέτσι που είπε ότι έφαγε το περισσότερο ξύλο στο κεφάλι από τον διάβολο, βγήκαν έντρομοι από το «ΦΡΑΝΤΖΕΣΚΟ», και ο πρώτος αρνείται να ξανακαθίσει στο τιμόνι πια. Ο νεαρός Σαμ Νότο είπε στα ΝΕΑ: «Τώρα, και μια βδομάδα, συνέβαιναν αυτά τα πράγματα. Χθες τα πράγματα έσφιξαν και απειλούνταν η ζωή μας άμεσα. Κοιμόμαστε. Ξαφνικά, παρουσιάζεται ο διάβολος μ’ ένα μεγάλο κεφάλι και κέρατα και μας πετούσε μαχαίρια, πιρούνια, μπουκάλια. Μας έσπασε και κάποια όργανα του πλοίου. Τα ξημερώματα οι μηχανές έσβησαν. Κλείναμε τα κάνιστρα με τα καύσιμα και αυτός μας τα άνοιγε. Στα Κρητικά νερά ζούσαμε μαζί του τρεις μέρες. Προσπαθούσε να μας σκοτώσει. Η ζωή μας είχε γίνει μαρτύριο. Τι να κάνουμε. Σχηματίσαμε το σταυρό στα πουκάμισα και τις μπλούζες μας και μόλις μας έβλεπε εξαφανιζόταν. Στις 1 το πρωί όμως τα πράγματα έγιναν πιο δύσκολα. Καλέσαμε σε βοήθεια. Είχαμε βάλει και μια ανθοδέσμη στα χέρια του αγαλματιδίου του Αγίου Φραγκίσκου στη γέφυρα, φωνάζαμε και παρακαλούσαμε να φύγει ο δαίμονας.» Τελικά ο καπετάνιος και το πλήρωμα του «ΦΡΑΝΤΖΕΣΚΟ» αφού αρνήθηκαν να ξαναμπούν στο σκάφος, έφυγαν αεροπορικός από την Ελλάδα, αφού ζητήθηκε από την ιταλική πρεσβεία ο επαναπατρισμός τους, ενώ ο ιδιοκτήτης του αλιευτικού ειδοποιήθηκε να φροντίσει για την παραλαβή του πλοίου από το λιμάνι του Καστελίου.