Μια κοπέλα 14 ετών έπιασε ένα φάντασμα - ΕΜΠΡΟΣ 17/2/1953

Πού πηγαίνουμε όταν πεθαίνουμε; Υπάρχει μετά θάνατον ζωή και πώς είναι δυνατόν οι ζωντανοί να επικοινωνούν με τους θανόντες;

 

Η επικοινωνία με τα πνεύματα έχει τις ρίζες της στα μέσα του 19ου αιώνα και στις αδερφές Fox, οι οποίες είχαν, σύμφωνα με μία εκδοχή της ιστορίας, βρει τον τρόπο να επικοινωνούν με τον πνεύμα που στοίχειωνε το σπίτι τους, χρησιμοποιώντας ένα σύστημα με ερωτήσεις που μπορούσαν να απαντηθούν με ναι και όχι. Το πνεύμα τους ήταν θορυβώδες, οπότε το σύστημα επικοινωνίας βασιζόταν σε χτυπήματα –ένας κτύπος του σήμαινε ναι, δύο κτύποι σήμαιναν όχι. Στο τέλος, βέβαια, οι αδελφές Fox παραδέχτηκαν –κατ’ άλλους πιέστηκαν να πουν– ότι τα κτυπήματα τα έκαναν οι ίδιες, για να κάνουν με αυτόν τον τρόπο φίλους και γνωστούς να πιστέψουν ότι πράγματι επικοινωνούσαν με τον άλλο κόσμο. Ο δρόμος, όμως, για την επικοινωνία με τους νεκρούς είχε ανοίξει.

Σύμφωνα με την εφημερίδα «Εκατό και πλέον χρόνια οι μεταψυχισταί όλου του κόσμου προσπαθούν με αποδεικτικά πειράματα να πείσουν τους ανθρώπους ότι οι νεκροί… εξακολουθούν να ζουν σε μια «Πέμπτη διάσταση» του χώρου, από το μυστηριώδες και ανεξερεύνητον βάθος της οποίας, αναπηδούν όλα τα ψυχικά και μεταψυχικά φαινόμενα.»

Οι πνευματιστές πιστεύουν στη δυνατότητα επικοινωνίας με τα πνεύματα των νεκρών και πως η παρουσία των τελευταίων εκδηλώνεται στον φυσικό κόσμο διαμέσου ενός ζώντος «αγωγού». Αυτοί οι αγωγοί είναι τα διάμεσα (μέντιουμ), άνθρωποι προικισμένοι ως τέτοιοι αγωγοί και μεσάζοντες, συνήθως σε συναθροίσεις πνευματιστών. Σύμφωνα με το άρθρο «Ένα τέτοιο άτομο με εξαιρετικές ψυχικές ιδιότητες και θάρρος ασυνήθιστο, είναι και η Ζαχαρούλα Αστερειάδη, μια κοπέλα 18 ετών, που ανείκε στον πειραματικό κύκλο της επίσης μέντιουμ Μαρίας Παπαρρόδου.» Όπως πληροφορήθηκε ο δημοσιογράφος «…η Ζαχαρούλα Αστερειάδη που κατάγεται από την Στρατονίκη της Χαλκιδικής είχε καταπληκτικές ιδιότητες μέντιουμ τις οποίες πρωτοαισθάνθηκε το 1948 κατά τρόπο πολύ παράδοξο και αρκετά αποκαλυπτικό. Το 1932 στο χωριό Στρατονίκη της Χαλκιδικής έγινε ένας ισχυρότατος σεισμός που είχε αρκετά θύματα. Μεταξύ των θυμάτων ήταν κι ένας Αντώνης Παρτέρης που σκοτώθηκε μέσα στο δωμάτιο του λίγες ημέρες μετά τον γάμο του. Από τότε στο σεισμόπληκτο σπίτι άρχισε να εμφανίζεται το φάντασμα του. Στο σπίτι αυτό αργότερα αφού επιδιωρθώθηκε κατοίκησε η οικογένεια Αστεριάδη στο δωμάτιο δε που σκοτώθηκε ο Αντώνης εκοιμώντο μόνον οι γονείς της Ζαχαρούλας. Ένα βράδι του 1948, μετά δηλαδή 16 χρόνια από το σεισμό, που θα έλειπαν οι γονείς της, της συνέστησαν να προσέχη τη μικρότερη αδερφή τηςπου ήταν μικρό και προπαντός να μη πάη να κοιμηθή στο «μοιραίο» δωμάτιο. Η Ζαχαρούλα, 14 ετών τότε, χωρίς να έχει ιδέα για το φάντασμα, προτίμησε να κοιμηθή στο δωμάτιο που είχε σκοτωθή ο άτυχος Αντώνης. Τα μεσάνυχτα που ξύπνησε κλαίγοντας το μωρό, η Ζαχαρούλα είδε τη λάμπα σε άλλη θέσι, από εκείνη που την είχε κρεμάσει. Δεν γνοιάσθηκε πολύ, όταν όμως ξαναξύπνησε αργότερα, είδε την λάμπα πάλι στην θέσι της. Δεν πρόλαβε να συνέλθη από την κατάπληξι της, όταν ξαφνικά βλέπει την λάμπα κρατούμενη από χέρι αόρατο να στριφογυρίζη εδώ κι εκεί στο δωμάτιο. Κάποια στιγμή βλέπει σε μια γωνία του δωματίου έναν άνθρωπο να στέκη ολόρθος και ακίνητος. Η Ζαχαρούλα, που δεν γνώριζε τίποτα για φάντασμα, πλησίασε άφοβη να ιδή ποιος ήταν αυτός που στεκόταν στην γωνία και προσπάθησε να τον πιάση από τα ρούχα. Καθώς άπλωσε να τον πιάση, το χέρι της χώθηκε μέσα στο σώμα του χωρίς αντίστασι και εξαφανίσθηκε από το καρπό. Το χέρι της είχε γίνει αόρατο μέσα στο άϋλο εκείνο σώμα, και μόνον στα άκρα των δακτύλων της ένοιωσε κάτι ψυχρό. Ανήσυχη για το χάσιμο του χεριού της τραβήχτηκε, κι είδε τότε το φάντασμα να διαλύεται σιγά-σιγά εμπρός στα μάτια της. Μια άλλη βραδιά άκουσε βογγητά έξω από το σπίτι. Πετάχτηκε από το κρεβάτι της, βγήκε στην βεράντα και είδε καταμεσίς στο δρόμο ξαπλωμένον έναν άνθρωπο. Νόμισε πως είχαν κάποιον σκοτώσει έξω από την πόρτα τους, μα σε λίγο τον είδε να σηκώνεται, να βηματίζει στην πλατεία και να κάθεται στα σκαλιά της εκκλησίας. Ξαφνικά τον έχασε από τα μάτια της. Έτσι η μικρούλα που όταν ήταν 14 ετών είχε την τόλμη να πιάση ένα φάντασμα, θα δώσει καινούργιες αποδείξεις για να πείση τους άπιστους ότι νεκροί… δεν υπάρχουν, παρά μόνον ζωντανοί που ζούνε σε έναν άλλον κόσμο, που τον σκεπάζει ο μυστηριώδης πέπλος της «πέμπτης διαστάσεως.»