ΝΤΑΒΕΤΙ: Η ΜΥΣΤΙΚΙΣΤΙΚΗ ΤΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ

του Νίκου Αποστολόπουλου
Το άρθρο δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στο 11ο τεύχος του περιοδικού Unlocking the Truth

Το Νταβέτι είναι μια παμπάλαια μαγική, για ορισμένους δαιμονική, τελετή που γινόταν πριν από λίγα ακόμη χρόνια στην Κρήτη, ιδιαίτερα στην ανατολική πλευρά του νησιού. Μια αναφορά με την ίδια ονομασία συναντάμε και στις παραδόσεις της Σύρου, γεγονός που φανερώνει ότι η τελετή είχε γίνει ευρύτερα γνωστή πέρα από τις ακτογραμμές της Κρήτης. Ο σκοπός αυτής της τελετής δεν είναι ακριβώς ξεκάθαρος καθώς μοιάζει να ισορροπεί μεταξύ δύο διαφορετικών εκδοχών. Καταρχάς η λέξη έχει τουρκική προέλευση και σημαίνει προσκάλεσμα. Σε δύο διαφορετικά κρητικά λεξικά στα οποία αναζητήσαμε την ερμηνεία της λέξης μάθαμε ότι Νταβέτι, σύμφωνα με το πρώτο λεξικό, είναι μια μυστικιστική τελετή που σκοπό έχει το κάλεσμα νεράιδας, ενώ σύμφωνα με το δεύτερο, ερμηνεύεται ως το δάρσιμο ή ο δαρμός (με πετροβόλημα). Παραδόσεις και πληροφορίες συναντάμε και για τις δύο εκδοχές, ενώ καθοριστικό ρόλο για την τέλεση του Νταβέτι παίζει το Κρητικό μαχαίρι!

Μαγικές τελετές και νεράιδες

Το Κρητικό μαχαίρι χρησιμοποιήθηκε σε όλες τις εκδηλώσεις της καθημερινής ζωής των Κρητικών, και όπως θα δούμε παρακάτω ακόμα και σε μαγικές τελετές. Τραγουδήθηκε όσο και ο έρωτας, βάφτηκε στο αίμα όποτε οι Κρήτες θέλησαν τη λευτεριά τους, όποτε η τιμή του Κρητικού έγινε αντικείμενο χλευασμού. Στόλισε την κρητική φορεσιά, αγκαλιάστηκε από συλλογές μουσείων, κρύφτηκε στα πιο παράξενα μέρη της Κρήτης και γράφτηκαν γι αυτό θρύλοι και παραδόσεις... Η λαβή του Κρητικού μαχαιριού ονομάζεται "μανίκα". Το σχήμα της είναι ποικιλόμορφο και κατασκευασμένο από λευκό κόκκαλο. Σπανιότερα όμως τα μαχαίρια είχαν σκουρόχρωμες λαβές που ονομάζονταν "μαυρομάνικα", κατασκευασμένες από κέρατο. Αυτά τα μαχαίρια ήταν που έπαιζαν καθοριστικό ρόλο στην τέλεση του Νταβέτι. Όταν κάποιος λυράρης ήθελε να μάθει να παίζει καλά, έπρεπε να πάει μεσάνυχτα σ' ένα ερημικό σταυροδρόμι και κρατώντας ένα μαυρομάνικο κρητικό μαχαίρι, να χαράξει έναν κύκλο στο έδαφος, να σταθεί στη μέση και ν' αρχίσει να παίζει. Μετά από λίγο, θα άκουγε γυναικεία γέλια και φωνές, και θα εμφανίζονταν μπροστά του οι Νεράιδες. 

Την πιο χαρακτηριστική περιγραφή μας την δίνει ο πρόδρομος της επιστήμης της λαογραφίας Νικόλαος Πολίτης που μας εξηγεί την πρακτική της χάραξης του μαγικού κύκλου με μαυρομάνικο μαχαίρι που ασκούσαν οι μάγοι του νησιού, περιγράφοντας τη διδασκαλία του λυράρη, από τις  νεράιδες, για να παίζει με δεξιοτεχνία τη λύρα του. Σύμφωνα με την παράδοση 702: Όποιος θέλει να μάθει να παίζει καλά λύρα πηγαίνει μεσάνυχτα σε ένα έρημο σταυροδρόμι, κ' εκεί χαράζει κάτω στη γη με μαυρομάνικο μαχαίρι ένα κύκλο, μπαίνει μέσα, κάθεται και παίζει. Σε λίγο έρχονται από παντού οι Νεράιδες και τον τριγυρνούν. Ο σκοπός τους δεν είναι καλός, θέλουν να τον πατάξουν. Μα αφού δεν μπορούν να μπουν στον κύκλο που είναι χαραγμένος με μαυρομάνικο μαχαίρι, κοιτάζουν με κάθε τρόπο να τον ξεπλανέψουν και να τον τραβήξουν έξω. Του λένε γλυκά λόγια, και όμορφα τραγούδια και του κάνουν χίλια - δύο τσακίσματα˙ μα εκείνος αν είναι φρόνιμος κάνει πέτρα την καρδιά, κι εξακολουθεί να παίζει ατάραχος την λύρα του. «Μα δεν την ξέρεις», του λένε οι νεράιδες αφού δουν πως τα πλανέματα τους πάνε χαμένα˙ «τι την παίζεις και χάνεις κόπο; - Έτσι την έμαθα, έτσι την παίζω, τους αποκρίνεται ο λυράρης. – Μπα τίποτε, του λεν, μόνο αν θέλεις, σε μαθαίνουμε να παίζεις λύρα μια φορά, λύρα που να χορεύουνε κι οι πέτρες». Και τον παρακαλούν να βγει από τον κύκλο. Εκείνος δεν τις ακούει και ύστερα από πολλά του ζητούν μόνο την λύρα. Ο λυράρης τη δίνει, φυλάγεται όμως να μη βγει έξω από τον κύκλο το χέρι ή άλλο μέρος του σώματος, γιατί του κόβεται ή ζουρλαίνεται. Παίρνει τότε μία νεράιδα τη λύρα, την παίζει για λίγες στιγμές με πολύ τέχνη, και του τη δίνει ύστερα πάλι με δυσαρέσκεια και του λέει: «Πάρε την˙ εσύ δεν μας πιστεύεις να βγεις έξω και μεις θα σου μάθωμαι». Ο λυράρης όμως τίποτα, δεν ακούει, και αρχίζει πάλι να παίζει την λύρα του άτεχνα. 

Η παράδοση της λύρας από το λυράρη στις νεράιδες και αντίστροφα από τις νεράιδες στο λυράρη, χωρίς να περνάει κανένας τα όρια του κύκλου που χαράχθηκε με το μαυρομάνικο μαχαίρι, συνεχίζεται όλη τη νύχτα μέχρι να λαλήσει ο πρώτος κόκορας. Τότε εκείνες του ζητούν να τους δώσει κάτι δικό του και για αντάλλαγμα θα του μάθουν να παίζει λύρα σαν αυτές. Ο λυράρης τους δίνει συνήθως ένα νύχι του και εκείνες του μαθαίνουν να παίζει με εξαιρετική δεξιοτεχνία κι ύστερα χάνονται με το πρώτο φως της ημέρας. Για το λόγο αυτό, παλιότερα αν επαινούσαν έναν λυράρη για τον αυτοσχεδιασμό και την τέχνη που έπαιζε την λύρα του εκείνος απαντούσε: «Αμ' είντα θαρρείτε; Εγώ τη λύρα την έμαθα ’ς το σταυροδρόμι». Η χρήση όμως του μαυρομάνικου μαχαιριού ήταν γνωστή και σε άλλα μέρη της Ελλάδας όπως η Σύρος. Στην παράδοση 719 του Νικόλαου Πολίτη μαθαίνουμε ότι στα Χρούσσα, έναν οικισμό στη νότια πλευρά του νησιού της Σύρου που απέχει 8,5 χιλιόμετρα από την πρωτεύουσα Ερμούπολη, ένα ζευγάρι φίλων αφού κατευθύνθηκε προς τον οικισμό, στάθηκε σε ένα μέρος και στην συνέχεια χωρίστηκε. Αμέσως εμφανίστηκαν νεράιδες στον έναν από τους δύο φίλους, τον έβαλαν στην μέση κι άρχισαν να του μιλάνε. Εκείνος δεν καταλάβαινε τι του λέγανε, είχε ακουστά όμως πως άμα μπήξεις στη γη μαυρομάνικο μαχαίρι αμέσως θα φύγουν. Το καλό ήταν πως είχε τέτοιο μαχαίρι μαζί του με αποτέλεσμα να το μπήξει στη γη και οι νεράιδες να φύγουν αμέσως.

Το προσκάλεσμα των δαιμόνων          

Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, ο σκοπός της τελετής ήταν να βρεθεί ένα χαμένο ή κλεμμένο αντικείμενο ή ακόμα να βρεθεί ο ένοχος κάποιας άσχημης πράξεις για να τιμωρηθεί. Ο τρόπος τέλεσης ήταν και πάλι πολύ απλός. Ο μάγος πήγαινε μεσάνυχτα σ’ ένα ερημικό ξέφωτο, σε ένα αλώνι ή μπορούσε να προτιμήσει  ένα σταυροδρόμι ή κάποιο νεκροταφείο. Χάραζε τον «μαγικό κύκλο» με το μαυρομάνικο μαχαίρι που ήταν απαραίτητο στοιχείο της τελετής, καθώς μέσω αυτού ο μάγος προφυλασσόταν από τους βέβηλους και τις απόκρυφες δυνάμεις που ήταν εχθρικές στην πράξη του. Μάλιστα, πολλές φορές χαράσσονταν διαδοχικοί κύκλοι μαζί με μαγικά σχέδια και μαγικές λέξεις. Κατόπιν χάρασσε έναν σταυρό στην μέση και μετά κάρφωνε το μαχαίρι μέσα στον κύκλο. Μαζί του μπορούσε να παρευρίσκεται, αν δεν φοβόταν, και εκείνος που του είχε ζητήσει να κάνει το Νταβέτι. Κατόπιν έμπαινε στην μέση του κύκλου και άρχιζε να ψιθυρίζει ακατανόητες λέξεις και να κάνει απίθανες χειρονομίες, με σκοπό να καλέσει τους δαίμονες. Οι δαίμονες έρχονταν πότε με ανθρώπινη μορφή αλλά πολύ άσχημη και πότε με μορφή ζώων ή και με διάφορες άλλες παραλλαγές. Δεμένοι από το κάλεσμα, οι δαίμονες κρέμονταν στα γειτονικά δέντρα ή ούρλιαζαν χορεύοντας  ξέφρενα γύρω από τον «μαγικό κύκλο». 

Οι δαίμονες δεν μπορούσαν να μπουν μέσα στον κύκλο, αλλά και οι άνθρωποι που βρίσκονταν μέσα σε αυτόν δεν έπρεπε να βγουν έξω, γιατί θα τους σκότωναν οι δαίμονες. Τότε ο μάγος τους έθετε ορισμένα ερωτήματα σχετικά με χαμένα αντικείμενα, με φονικά ή με κλεψιές. Αν ήταν κάτι χαμένο, οι δαίμονες έδειχναν το μέρος όπου βρισκόταν ή έφερναν τον ίσκιο του κλέφτη. Μετά ρωτάγανε τον μάγο με ποιον τρόπο θα ήθελε να τιμωρήσουν τον ένοχο. Μπορούσαν ακόμα και να τον σκοτώσουν αν το ζητούσε ο μάγος. Κάποιους κλέφτες κυρίως τους τιμωρούσαν με απίθανους τρόπους, με σκοπό να τους γελοιοποιήσουν. Όταν τελείωνε  η πράξη, ο μάγος ψιθύριζε μια σειρά από μαγικές λέξεις για να φύγουν τα δαιμόνια. Αυτό ήταν και το πιο δύσκολο μέρος του Νταβέτι γιατί αν ο μάγος ξεχνούσε μία από τις μαγικές λέξεις, τα δαιμόνια δεν έφευγαν, αλλά έσπαζαν τα δέντρα που ήταν γύρω τους και γενικά προκαλούσαν διάφορες καταστροφές. Σε αυτή την περίπτωση κινδύνευε και ο ίδιος ο μάγος, γιατί μπορούσε να τρελαθεί, να τυφλωθεί ή να πάθει και κάποια σοβαρή ασθένεια. Κινδύνευε όμως και όποιος άλλος βρισκόταν τυχαία εκεί κοντά. Λέγεται ότι κάποιος με το επίθετο Γιαννάκος από την Βιάννο Ηρακλείου περνούσε τυχαία μια νύχτα από ένα Νταβέτι. Άκουσε την φασαρία από τα δαιμόνια και πλησίασε να δει τι συμβαίνει. Αμέσως τον χτύπησε μια δυνατή σουβλιά στα κόκαλα του. Την επόμενη μέρα είχε φοβερούς πόνους από ρευματισμούς που τον βασάνιζαν μετά για όλη του την ζωή. Τα σκοτεινά χρόνια της Τουρκοκρατίας και αμέσως μετά, φαίνεται πως Νταβέτι χρησιμοποιούσαν αρκετοί μαύροι μάγοι. Από τους περισσότερους γνωστούς μάγους της ανατολικής Κρήτης ήταν ένας νέγρος που ζούσε κοντά στην Σητεία, σ’ ένα καλυβόσπιτο. Το Νταβέτι το έκανε έξω από το ερημικό σπίτι του και έδινε διαταγές που οι δαίμονες εκτελούσαν αμέσως. Ως νταβεκλήδες μαρτυρούνται, στην ανατολική Κρήτη, ο Κυπριγιώτης από το Βραχάσι, ο Χατζή Σπυρίδος από το Μοχό, ο Κοτσιφάλης από τις Βρύσες, ο Κοζύρης από τις Μουρνιές και «ο παπά Μπίμπος από το Λασίθι, αν και παπάς».  

Πηγές:

Νικόλαος Πολίτης, Παραδόσεις, Εκδόσεις ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ, 702, 790, 862

Προσωπικό αρχείο Σωκράτη Αικατερινίδη

«Το Νταβέτι - μαγική τελετή στην Κρήτη», περιοδικό Κρητική Εστία, τευχ. 189, Δεκέμβριος 1968, σελ. 539-542), Μανώλης Παπαδογιάννης.

Περιοδικό Δρήρος, Μηνιαίο Λαογραφικό-Ιστορικό-Λογοτεχνικό περιοδικό, Νεάπολις Κρήτης, έτος Α΄, 1937-8, σελ. 68-71,

https://sites.google.com/site/imakrhtikoi/