-Το άρθρο που ακολουθεί αποτελεί περιληπτική αντιγραφή των
άρθρων του Χρήστου Παπουτσάκη από την εφημερίδα «Το Βήμα», φύλλο εφημερίδας 31
Οκτωβρίου 1971, όπου και έκανε το
σπήλαιο διάσημο, και του Γιώργου Πατρουδάκη από το περιοδικό «ΚΡΗΤΙΚΟ
ΠΑΝΟΡΑΜΑ», Ιανουάριος – Φεβρουάριος 2008.
Η ανακάλυψη
Το σπήλαιο ανακαλύφθηκε το 1954 από τον μετέπειτα κληρικό
Γιώργη Χιωτάκη. Όπως περιγράφει ο ίδιος στο περιοδικό «ΚΡΗΤΙΚΟ ΠΑΝΟΡΑΜΑ»: «Τον
πρώτο χρόνο μετά την κατοχή, έβοσκα στην περιοχή 5-6 πρόβατα. Κάποια στιγμή ο
σκύλος μου εντόπισε ένα λαγό και άρχισε να τον ζυγώνει. Ο λαγός επήγε και
χώστηκε μέσα στο σπήλιο. Με το να μπω μέσα και να αρχίσω να ερευνώ το χώρο,
επαρατήρησα πως απάνω στην πλάκα ήσανε πλουμιά. Μετά από λίγα χρόνια κατεβήκανε
φοιτητές στην περιοχή μεταξύ των οποίων και ο Παπουτσάκης, τους επήγαμε στο
σπήλαιο. Κατόπιν ο Παπουτσάκης ασχολήθηκε συστηματικά, εμπήκενε στο λαβύρινθο
της προιστορίαςκαι έκανε το σπήλαιο διάσημο». Ο Χρήστος Παπουτσάκης, μαζί με
φίλους, τον Αύγουστο του 1957, σπουδαστής ακόμα του Πολυτεχνείου, βρέθηκε στο
Ασφένδου με σκοπό τη μελέτη της λαικής Αρχιτεκτονικής των Σφακίων. Τα
βραχογραφήματα του Ασφένδου έγιναν διάσημα χάρη στις δημοσιεύσης του, πρώτα
στην εφημερίδα «Το Βήμα» το 1971 και αργότερα στα «Κρητικά Χρονικά» το 1972. Το
ίδιο έτος, το 1972, ο Γάλλος αρχαιολόγος Paul Faure, συνοδευόμενος από τον
Ελευθέριο Πλατάκη επισκέφτηκε τ‘Ασφένδου, μελέτησε τα βραχογραφήματα, και
δημοσίευσε τα συμπεράσματά του στο περιοδικό «Αμάλθεια» και το επιστημονικό
περιοδικό BCA.
Σύμφωνα με τις μετρήσεις των Πλατάκη και Faure το σπήλαιο
έχει μήκος 8,5μ, πλάτος 3μ, και ύψος από 0,36 έως 2,5 μέτρων. Το ασβεστολιθικό
δάπεδο, πάνω στο οποίο έχουν χαραχθεί τα βραχογραφήματα, έχει διαστάσεις 3,5
επί 2,75 μέτρων και κλίση περίπου 45 μοιρών. Τα χαράγματα καταλαμβάνουν μέγιστο
μήκος 116 εκατοστών και μέγιστο πλάτος 63 εκατοστών. Από το κέντρο περίπου του
«καμβά» έχει αποσπαστεί βίαια ένα κυκλικό κομμάτι του δαπέδου διαμέτρου 25
εκατοστών που περιείχε χαράγματα. Τέτοιες καταστροφές παρατηρούνται σε όλες τις
περιοχές που υπάρχουν βραχογραφήματα λόγω της ευρέως διαδεδομένης λαϊκής
αντίληψης πως κάτω από τους εικονογραφημένους βράχους κρύβονται θησαυροί.
Στο εικονογραφημένο δάπεδο του σπηλαίου αποτυπώνονται οι
κυνηγετικές φαντασιώσεις των αρχαίων κυνηγών. Τα βραχογραφήματα μπορούν να
χωριστούν σε δύο ομάδες. Η πρώτη ομάδα αποτελείται από συγκεκριμένα –
εικονιστικά θέματα, ενώ η δεύτερη από αφηρημένα σύμβολα. Το πιο…συχνά χαραγμένο
θέμα είναι ο αίγαγρος ή το ελάφι που συναντάμε στην επιφάνεια 22 φορές.
Παράσταση τόξου με βέλος
Η παράσταση αυτή διακρίνεται ξεκάθαρα μια φορά και ίσως ξανά
σε δυο πιο συγκεχυμένες ή ασαφείς απεικονίσεις. Το τόξο είναι σύνθετου τύπου,
σαν αυτά που συναντούμε στις βραχογραφίες του Παγγαίου.
Παράσταση δέντρου
Το χάραγμα, που
συναντάμε μόνο μια φορά στην επιφάνεια, είναι πιθανόν παράσταση κλαδιών ή
δέντρου. Η σχέση των Κρητικών με τα δέντρα ήταν ιερή, ιδιαίτερα την μινωική
εποχή. Οι παραστάσεις δεντρολατρείας είναι πολλές, ιδιαίτερα σε σφραγίδες και
κοσμήματα.
Η παράσταση του πλοίου
Στην άκρη της σύνθεσης υπάρχουν χαραγμένα δύο πλοία που
μοιάζουν πολύ με τα μινωικά. Τα πλοία αυτά έχουν κατάρτι και διχάλα στην
υποτιθέμενη πρύμνη, όπου ενδεχομένως θα μπορούσε να τοποθετηθεί το τιμόνι –
κουπί. Πάνω και κάτω από τα πλοία υπάρχουν ελάφια.
Χιαστί ακόντια ή κουπιά
Σε πολλές θέσεις εμφανίζονται ακόντια με φυλλοειδή
ακροαιχμή, συνολικά 14. Έξι από αυτά έχουν μόνο μία ακροαιχμή και δυο φορές,
μέσα στη σύνθεση, ένα τέτοιο ακόντιο – τεράστιο σε σχέση με το θήραμα –
διαπερνάει ένα αγρίμι. Τα υπόλοιπα ακόντια φέρουνε από μια πεπλατυσμένη
ακροαιχμή σε κάθε άκρο. Δύο ζεύγη ακοντίων είναι σχεδιασμένα χιαστί.
ΑΦΗΡΗΜΕΝΑ ΣΥΜΒΟΛΑ
Κυκλικό σύμβολο
Ένα κυκλικό σύμβολο με διασταύρωση 3 διαγωνίων, στο πιο
προσιτό σημείο της επιφάνειας, μοιάζει με τροχό. Οι διαγώνιες ξεφεύγουν
ηθελημένα από την περίμετρο και η παρουσία των μικρών κοιλοτήτων μέσα και γύρω
από το κύκλο, υποδηλώνει πως το σύμβολο ανήκει στην ενότητα των μη παραστατικών
σχημάτων.
Το σύμβολο «Μ»
Το σύμβολο «Μ» έχει χαραχθεί μεμονωμένα και έντονα με γραμμή
που ποικίλλει σε βάθος και πλάτος.
Σχήματα τεκτονικά
Ορισμένα τεκτονικά σύμβολα, όπως τα παρακάτω περιγραφόμενα,
διακρίνονται χαραγμένα στη σύνθεση.
-Δικτύωμα με απαλή ασταθή χάραξη.
-Γραμματόφωνα σύμβολα.
-Το σύμβολο «D» που είναι γνωστό από τα μεσολιθικά μνημεία.
-Μεμονωμένες κοιλότητες που συμπληρώνονται από βαθιά γραμμή σαν ουρά.
Οι κοιλότητες
Η χαρακτηριστική εμφάνιση των μικρών κοιλοτήτων
(λακουβίτσες), που είτε είναι διάσπαρτες, είτε οργανωμένες σε κύκλους ή άλλες
μορφές, αποτελεί ένα άλλο ενδιαφέρον θέμα που θέτουν προς λύση οι βραχογραφίες
στα Σκορδαλλάκια. Στο παρελθόν έχουν δοθεί για παρόμοιες χαράξεις τόσο στη
Σκανδιναβία όσο και στη Παλαιστίνη την Ελλάδα και αλλού, ποικίλες εξηγήσεις.
Μεταξύ των άλλων έχει διατυπωθεί η άποψη ότι χρησιμοποιούνταν για θρησκευτικές
σπονδές ή ότι παρίσταναν τοπογραφικό διάγραμμα των κοινοτήτων ή απεικόνιση του
έναστρου ουρανού.
Όπως αναφέρει στο άρθρο του ο Χρήστος Παπουτσάκης το 1971,
«Η επάλληλη σχεδίαση και η διαφοροποίηση των θεμάτων (σύνολα συγκεκριμένων
παραστάσεων και αφηρημένων συνόλων), υποβάλλει την άποψη της χάραξης σε
διαφορετικές χρονικά εποχές αλλά και σε διαφορετικές πολιτισμικές φάσεις.
Υποθέτω ότι η σπηλιά θα πρέπει να ήταν σε χρήση για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα
που ίσως εκτείνεται από την υστεροπαλαιολιθική – μεσολιθική εποχή, όταν το
κυνήγι αποτελούσε το κύριο μέσο διατροφής του ανθρώπου, μέχρι την μεσολιθική –
προνεολιθική εποχή, όταν πια καινούργιες δομές της κοινότητας και αλλαγή στο
τρόπο ζωής μετέβαλαν τα εκφραστικά μέσα – νέοι τρόποι με αφηρημένα σύμβολα και
διακοσμητική σημασία ή μαγική επιβολή, άρχισαν να αποτελούν το χαρακτηριστικό
εκφραστικό ύφος. Η επάλληλη και συχνή
χάραξη στον ίδιο βράχο – και μάλιστα θηράματος και όπλων κυνηγιού – συνδέει
αυτές τις παραστάσεις με τον παλαιολιθικό και μεσολιθικό άνθρωπο».
Είναι γενικά παραδεκτό (χωρίς να συμπίπτουν παντού η ημερομηνίες), ότι η μεσολιθική εποχή αρχίζει περίπου 10.000 π.Χ. για να συνδεθούμε με τις χρονολογίες της Κρήτης ας θυμηθούμε πως η νεολιθική εποχή σύμφωνα με τις ανασκαφές του Evans άρχισε γύρω στο 6.000π.Χ. και πως η αυγή της πρωτομινωικής εποχής είναι γύρω στα 2.800 χρόνια π.Χ.
Στο βάθος έχει αποσπαστεί βίαια ένα κυκλικό κομμάτι του
δαπέδου διαμέτρου 25 εκατοστών που περιείχε χαράγματα.